γράφει ο Βασίλης Στίγκας
Πρόεδρος της Κ.Ο. ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ
Στις 13 Οκτωβρίου του 1904, ο Παύλος Μελάς έπεσε νεκρός στη Σιάτιστα, προδομένος από Βούλγαρους κομιτατζήδες και χτυπημένος θανάσιμα από τουρκική σφαίρα, ενώ αυτός και οι σύντροφοί του είχαν περικυκλωθεί. Ο Παύλος Μελάς δεν ήταν απλώς ένας μαχητής, αλλά ηγετική μορφή του αγώνα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, με το όνομά του να γίνεται σύμβολο της ελληνικής αντίστασης και θυσίας.
Γεννημένος τον Μάρτιο του 1870 στη Μασσαλία, όπου η οικογένειά του είχε μεταναστεύσει λόγω εμπορικών δραστηριοτήτων, ο Παύλος Μελάς μεγάλωσε με το πνεύμα του ηρωισμού και της αντίστασης. Βαφτίστηκε με το όνομα του θείου του, που είχε πέσει ηρωικά κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου, γεγονός που επηρέασε βαθιά τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του και της μετέπειτα πορείας του.
Από μικρή ηλικία, ο Μελάς έδειξε ενδιαφέρον για τη στρατιωτική ζωή. Το 1886, σε ηλικία 16 ετών, εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων, όπου εκπαιδεύτηκε ως αξιωματικός, με σκοπό να υπηρετήσει την Ελλάδα. Το 1892 παντρεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, που καταγόταν από το Βογατσικό της Μακεδονίας. Αυτή η σχέση με τη Μακεδονία μέσω της οικογένειας Δραγούμη έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να εμπλακεί στον μακεδονικό αγώνα.
Η Μακεδονία, στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα, βρισκόταν υπό την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αποτελούσε θέατρο συγκρούσεων, με τις βουλγαρικές συμμορίες να επιτίθενται στους Έλληνες χωρικούς. Η τρομοκρατία των κομιτατζήδων έκανε την κατάσταση αφόρητη για τον ελληνικό πληθυσμό, και ο Μελάς συνειδητοποίησε ότι κάποιος έπρεπε να αναλάβει τον αγώνα για την απελευθέρωση της περιοχής.
Τον Φεβρουάριο του 1904, πραγματοποίησε το πρώτο του μυστικό ταξίδι στη Μακεδονία για να μελετήσει την κατάσταση και να οργανώσει τον αγώνα. Έπειτα από μερικούς μήνες, επέστρεψε για να ξεκινήσει τη δράση του. Μέχρι τον Αύγουστο του 1904, είχε συγκεντρώσει μια ομάδα 35 ανδρών και ετοιμαζόταν για τη μάχη.
Στις 17 Αυγούστου 1904, ο Παύλος Μελάς αποχαιρέτησε τη σύζυγό του και τα δύο μικρά του παιδιά, τον Μίκη και τη Ζωή. Ήξερε ότι το ταξίδι του αυτό θα μπορούσε να είναι το τελευταίο του. Μαζί με τους άνδρες του, κατευθύνθηκε προς τα μακεδονικά βουνά, όπου ξεκίνησε τη δράση του με μικρές επιδρομές, έχοντας ως βάση τα χωριά Λιγκοβάνη και Λίχοβο. Η τακτική του ήταν να κρατά την ομάδα του ευέλικτη, ώστε να μπορεί να αντιδρά γρήγορα στις επιθέσεις των τουρκικών αποσπασμάτων που τους καταδίωκαν συνεχώς.
Ο αγώνας τους στα μακεδονικά βουνά ήταν γεμάτος δυσκολίες. Οι άνδρες του Μελά αντιμετώπιζαν τις κακουχίες του καιρού, την πείνα και τον συνεχή κίνδυνο. Παρόλα αυτά, ο Μελάς παρέμενε αφοσιωμένος στον σκοπό του, ενθαρρύνοντας τους χωρικούς που συναντούσε και προσπαθώντας να τους εμπνεύσει με τον ενθουσιασμό και τη γενναιότητα του. Όπου πήγαινε, οι κάτοικοι των περιοχών τον υποδέχονταν σαν σωτήρα, προσφέροντας φιλοξενία και στήριξη. Η παρουσία του εμψύχωνε τους Έλληνες, οι οποίοι έβλεπαν σε αυτόν την ελπίδα για απελευθέρωση.
Κατά τον Οκτώβριο του 1904, δύο μήνες μετά την έναρξη της δράσης του, ο Μελάς και οι άνδρες του έφτασαν στη Σιάτιστα, όπου οι κάτοικοι τους υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό και προθυμία να τους προσφέρουν καταφύγιο. Κανείς δεν γνώριζε ότι αυτή θα ήταν η τελευταία νύχτα του Μελά. Στις 13 Οκτωβρίου, προδομένοι από τη συμμορία του Μήτρου Βλάχου, ο Μελάς και οι άνδρες του περικυκλώθηκαν από τουρκικό απόσπασμα 150 ανδρών. Προσπαθώντας να σπάσουν τον κλοιό, ο Παύλος Μελάς τραυματίστηκε θανάσιμα από τουρκική σφαίρα.
Ο θάνατός του ήταν αργός και οδυνηρός. Για μισή ώρα πάλευε με τους πόνους, συνειδητοποιώντας ότι το τέλος του πλησίαζε. Κάλεσε κοντά του τον υπαρχηγό του, Καπετάν Πύρζα, και του είπε: “Νίκο, πάρε τον σταυρό μου και δώσ’ τον στη γυναίκα μου. Το τουφέκι μου να το δώσεις στον γιο μου. Πες τους ότι έκανα το χρέος μου”. Ήταν τα τελευταία του λόγια.
Η είδηση του θανάτου του Μελά συγκλόνισε την Ελλάδα. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν πένθιμα, και οι δρόμοι της Αθήνας καλύφθηκαν με μαύρες κορδέλες. Ο ηρωικός θάνατός του ενέπνευσε τους Έλληνες και ενίσχυσε την αποφασιστικότητά τους να συνεχίσουν τον αγώνα.
Το κεφάλι του Μελά, το οποίο οι σύντροφοί του αφαίρεσαν για να μη βεβηλωθεί από τους Τούρκους, θάφτηκε στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής στο Ποσιδέρι. Το σώμα του παραδόθηκε στον Μητροπολίτη Καστοριάς και τάφηκε στην εκκλησία των Ταξιαρχών. Ο θάνατός του πυροδότησε τον ερχομό νέων ελληνικών αποσπασμάτων στη Μακεδονία και έδωσε το έναυσμα για την απελευθέρωση της περιοχής.
Το 1912, ο ελληνικός στρατός ακολούθησε τον δρόμο που άνοιξε ο Παύλος Μελάς, φέρνοντας την ελευθερία στη μακεδονική γη. Ο Παύλος Μελάς δεν υπήρξε μόνο ένας ήρωας της εποχής του, αλλά και μια διαχρονική φιγούρα του αγώνα για ελευθερία, αφήνοντας πίσω του ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ιστορία της Ελλάδας.
Και όμως… η Μακεδονία που γι’ αυτήν ο Μελάς έχυσε το αίμα του ξεπουλήθηκε στους Σκοπιανούς από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που υπέγραψαν στις Πρέσπες την προδοτική συμφωνία. Μια συμφωνία που τάχα μου η ΝΔ θα έσκιζε και θα ακύρωνε, όπως ο Τσίπρας τα μνημόνια, αλλά ήταν όπως πάντα μόνο προεκλογικά πυροτεχνήματα.
Έρχεται όμως ο καιρός που οι Έλληνες Πατριώτες θα τους κάνουν πέρα και θα μπορούμε να ξανατραγουδήσουμε υπερήφανα το «Μακεδονία ξακουστή»!